Οι γιορτές της ενοποίησης, το κυνήγι των ενοχών και η αριστερή διέξοδος
Σήμερα η Γερμανία γιορτάζει τα 25 χρόνια από εκείνη τη "μαγική βραδιά" που έπεσε το Τείχος του Βερολίνου. Σχεδόν κατά... λάθος, χωρίς να πέσει ούτε μία σφαίρα. Εκείνο το βράδυ της 9ης
Νοεμβρίου του 1989 για όλους εμάς που το ζήσαμε ήταν ένα θαύμα, ήταν το χαρούμενο τέλος μιας μακράς αφύσικης και επώδυνης διαίρεσης μιας πόλης και μιας χώρας, ανεξάρτητα από τα όνειρα που είχαν για το μέλλον οι πρωταγωνιστές εκείνης της νύχτας, οι εκατοντάδες χιλιάδες των ανθρώπων που πέρασαν τα μέχρι τότε αδιαπέραστα σύνορα. Πολλοί από τους αντικαθεστωτικούς που έκαναν αυτή την ειρηνική επανάσταση ονειρεύονταν έναν τρίτο δρόμο, έναν σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία. Και βρέθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες σε έναν καπιταλισμό με κοινωνικό κράτος, το οποίο τα τελευταία 25 χρόνια συρρικνώνεται συνεχώς. Αλλά ακόμη κι αυτοί έχουν λόγο να γιορτάζουν για το χτες που γκρέμισαν, αλλά και να αγωνίζονται για μια άλλη Γερμανία, πιο κοντά στο αρχικό τους όραμα.
Πλάι στις γιορτές, τα πάρτι, τις επίσημες τελετές και τους πανηγυρικούς που θα εκφωνηθούν σήμερα, άνοιξε λίγες μέρες πριν από την 25η επέτειο της πτώσης του Τείχους μια -τυπική για τη Γερμανία- συζήτηση για την «επεξεργασία του παρελθόντος». Και άνοιξε με αφορμή τις διεργασίες για τον σχηματισμό της πρώτης κυβέρνησης συνασπισμού σε γερμανικό κρατίδιο με επικεφαλής ένα στέλεχος της Αριστεράς, εν προκειμένω τον επερχόμενο πρωθυπουργό της Θουριγγίας Μπόντο Ράμελο. Μια συζήτηση περί ενοχής, με τεράστια δόση υποκρισίας, την οποία πυροδότησε με μια άκρως αμφιλεγόμενη ερώτησή του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Γιόαχιμ Γκάουκ: «Μπορεί κανείς να εμπιστευτεί την Αριστερά ότι έχει αρκούντως διαφοροποιηθεί από το κυβερνητικό κομμουνιστικό κόμμα της πρώην ανατολικής Γερμανίας»;
Ο Γκάουκ δεν έδωσε απάντηση στην ερώτησή του. Άφησε απλά να αιωρείται η αίσθηση ότι το κόμμα της Αριστεράς είναι η συνέχεια εκείνου του κόμματος που επέβαλε ένα ανελεύθερο καθεστώς, με τη βοήθεια της STASI, της πανίσχυρης υπηρεσίας εσωτερικής ασφαλείας της DDR. Ο Γερμανός Πρόεδρος, Ανατολικογερμανός πάστορας, που έγινε γνωστός όχι για τη -μάλλον περιορισμένη- αντικαθεστωτική του δράση επί DDR, αλλά για την επιμονή του στη διερεύνηση των ευθυνών των χαφιέδων, ως πρώτος διευθυντής της υπηρεσίας που «κληρονόμησε» τους φακέλους της STASI, θα μπορούσε εκ του ρόλου του να πει ό,τι θέλει για την Αριστερά -ή για οποιοδήποτε άλλο κόμμα- σε... κενό χρόνο. Επέλεξε, όμως, να ρίξει την "μπαταριά" του την ώρα που ήταν σε εξέλιξη ένα εσωκομματικό δημοψήφισμα των Σοσιαλδημοκρατών στη Θουριγγία, ώστε να αποφασίσουν τα μέλη του κόμματος εάν θέλουν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι με την Αριστερά. Γι' αυτό και οι περισσότεροι πολιτικοί, με εξαίρεση κάποιους αιώνιους αντικομμουνιστές του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος της Βαυαρίας, καθώς κι ένα μεγάλο μέρος του γερμανικού Τύπου, του συντηρητικού Spiegel συμπεριλαμβανομένου, θεώρησαν ότι ο Γκάουκ ξεπέρασε τα όρια κι ανακατεύτηκε ως μη όφειλε με τις εσωτερικές διεργασίες του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος.
Πάντως, τα μέλη του SPD τελικά αποφάνθηκαν, με ποσοστό 70%, ότι θέλουν να συμμετάσχουν σε μια κυβέρνηση με την Αριστερά και τους Πράσινους και πρωθυπουργό τον Ράμελο. Οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό αυτής της κυβέρνησης άρχισαν προχτές κι αναμένεται να ολοκληρωθούν μέχρι τις αρχές Δεκεμβρίου. Καθώς, όμως, η κυβερνητική πλειοψηφία των τριών στη Βουλή της Θουριγγίας είναι οριακή -μόλις μίας έδρας-, οι πιέσεις που δέχονται κάποιοι βουλευτές του SPD να καταψηφίσουν τον Ράμελο ως πρωθυπουργό είναι τεράστιες.
Και πάλι η παρέμβαση του Λαφοντέν σ' αυτή τη συζήτηση ήταν τις προάλλες αποστομωτική: «Εάν κάτι έμαθα από τον Ρίχαρντ φον Βάιτσεκερ [σ.σ.: έναν προηγούμενο πρόεδρο της Δημοκρατίας, χριστιανοδημοκράτη και πολύ πετυχημένο]», είπε, «είναι ότι η δημοκρατία πρέπει να δίνει την ευκαιρία σε όλους να συμμετέχουν, διδάσκοντάς τους να τηρούν τους κανόνες της». Ο Λαφοντέν υπενθύμισε ότι το κόμμα της Αριστεράς κατέβαλε τεράστιες προσπάθειες για αυτοκάθαρση και για να αποστασιοποιηθεί από το ανελεύθερο παρελθόν της DDR, σε μεγάλο βαθμό επιτυχώς, ενώ υποστήριξε ότι πλήττεται τώρα επειδή επιμένει να δίνει τη μάχη για την κοινωνική δικαιοσύνη, σε μια Γερμανία όπου στο πολιτικό σύστημα επικρατεί η ασφυκτική συναίνεση στη συνταγή Μέρκελ.
Αυτός όμως που πλήττεται στ' αλήθεια από την "μπαταριά" του Γκάουκ είναι το SPD και το δειλό άνοιγμά του προς τα αριστερά. Για όσο διάστημα οι συρρικνωμένοι σοσιαλδημοκράτες, που δυσκολεύονται να ξεκολλήσουν από το 25%, αρνούνται να συζητήσουν το ενδεχόμενο κυβερνητικής συνεργασίας με την Αριστερά σε ομοσπονδιακό επίπεδο, είναι καταδικασμένοι να στηρίζουν ως μικροί εταίροι τη Δεξιά της Μέρκελ. Εάν σπάσουν το ταμπού -και η Θουριγγία μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης σε αυτό, εφόσον το πείραμα Ράμελο πετύχει-, τότε ανοίγει και πάλι το πολιτικό παιχνίδι στη Γερμανία.
Η ΑΥΓΗ
911/2015
Σήμερα η Γερμανία γιορτάζει τα 25 χρόνια από εκείνη τη "μαγική βραδιά" που έπεσε το Τείχος του Βερολίνου. Σχεδόν κατά... λάθος, χωρίς να πέσει ούτε μία σφαίρα. Εκείνο το βράδυ της 9ης
Νοεμβρίου του 1989 για όλους εμάς που το ζήσαμε ήταν ένα θαύμα, ήταν το χαρούμενο τέλος μιας μακράς αφύσικης και επώδυνης διαίρεσης μιας πόλης και μιας χώρας, ανεξάρτητα από τα όνειρα που είχαν για το μέλλον οι πρωταγωνιστές εκείνης της νύχτας, οι εκατοντάδες χιλιάδες των ανθρώπων που πέρασαν τα μέχρι τότε αδιαπέραστα σύνορα. Πολλοί από τους αντικαθεστωτικούς που έκαναν αυτή την ειρηνική επανάσταση ονειρεύονταν έναν τρίτο δρόμο, έναν σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία. Και βρέθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες σε έναν καπιταλισμό με κοινωνικό κράτος, το οποίο τα τελευταία 25 χρόνια συρρικνώνεται συνεχώς. Αλλά ακόμη κι αυτοί έχουν λόγο να γιορτάζουν για το χτες που γκρέμισαν, αλλά και να αγωνίζονται για μια άλλη Γερμανία, πιο κοντά στο αρχικό τους όραμα.
Πλάι στις γιορτές, τα πάρτι, τις επίσημες τελετές και τους πανηγυρικούς που θα εκφωνηθούν σήμερα, άνοιξε λίγες μέρες πριν από την 25η επέτειο της πτώσης του Τείχους μια -τυπική για τη Γερμανία- συζήτηση για την «επεξεργασία του παρελθόντος». Και άνοιξε με αφορμή τις διεργασίες για τον σχηματισμό της πρώτης κυβέρνησης συνασπισμού σε γερμανικό κρατίδιο με επικεφαλής ένα στέλεχος της Αριστεράς, εν προκειμένω τον επερχόμενο πρωθυπουργό της Θουριγγίας Μπόντο Ράμελο. Μια συζήτηση περί ενοχής, με τεράστια δόση υποκρισίας, την οποία πυροδότησε με μια άκρως αμφιλεγόμενη ερώτησή του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Γιόαχιμ Γκάουκ: «Μπορεί κανείς να εμπιστευτεί την Αριστερά ότι έχει αρκούντως διαφοροποιηθεί από το κυβερνητικό κομμουνιστικό κόμμα της πρώην ανατολικής Γερμανίας»;
Ο Γκάουκ δεν έδωσε απάντηση στην ερώτησή του. Άφησε απλά να αιωρείται η αίσθηση ότι το κόμμα της Αριστεράς είναι η συνέχεια εκείνου του κόμματος που επέβαλε ένα ανελεύθερο καθεστώς, με τη βοήθεια της STASI, της πανίσχυρης υπηρεσίας εσωτερικής ασφαλείας της DDR. Ο Γερμανός Πρόεδρος, Ανατολικογερμανός πάστορας, που έγινε γνωστός όχι για τη -μάλλον περιορισμένη- αντικαθεστωτική του δράση επί DDR, αλλά για την επιμονή του στη διερεύνηση των ευθυνών των χαφιέδων, ως πρώτος διευθυντής της υπηρεσίας που «κληρονόμησε» τους φακέλους της STASI, θα μπορούσε εκ του ρόλου του να πει ό,τι θέλει για την Αριστερά -ή για οποιοδήποτε άλλο κόμμα- σε... κενό χρόνο. Επέλεξε, όμως, να ρίξει την "μπαταριά" του την ώρα που ήταν σε εξέλιξη ένα εσωκομματικό δημοψήφισμα των Σοσιαλδημοκρατών στη Θουριγγία, ώστε να αποφασίσουν τα μέλη του κόμματος εάν θέλουν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι με την Αριστερά. Γι' αυτό και οι περισσότεροι πολιτικοί, με εξαίρεση κάποιους αιώνιους αντικομμουνιστές του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος της Βαυαρίας, καθώς κι ένα μεγάλο μέρος του γερμανικού Τύπου, του συντηρητικού Spiegel συμπεριλαμβανομένου, θεώρησαν ότι ο Γκάουκ ξεπέρασε τα όρια κι ανακατεύτηκε ως μη όφειλε με τις εσωτερικές διεργασίες του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος.
Πάντως, τα μέλη του SPD τελικά αποφάνθηκαν, με ποσοστό 70%, ότι θέλουν να συμμετάσχουν σε μια κυβέρνηση με την Αριστερά και τους Πράσινους και πρωθυπουργό τον Ράμελο. Οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό αυτής της κυβέρνησης άρχισαν προχτές κι αναμένεται να ολοκληρωθούν μέχρι τις αρχές Δεκεμβρίου. Καθώς, όμως, η κυβερνητική πλειοψηφία των τριών στη Βουλή της Θουριγγίας είναι οριακή -μόλις μίας έδρας-, οι πιέσεις που δέχονται κάποιοι βουλευτές του SPD να καταψηφίσουν τον Ράμελο ως πρωθυπουργό είναι τεράστιες.
Με το όπλο του φόβου
Όπως πολύ εύστοχα παρατήρησε ο Όσκαρ Λαφοντέν, πρώην πρόεδρος του SPD και στη συνέχεια πρώτος πρόεδρος της Αριστεράς και νυν απλώς βουλευτής, οι συντηρητικοί στη Γερμανία προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν και πάλι το όπλο του φόβου για να φρενάρουν κάθε φωνή που διαφοροποιείται από το «παλιό» πολιτικό σύστημα. Στα τέλη του προηγούμενου αιώνα είχαν προβλέψει ότι θα έρθει η καταστροφή εάν αναλάβουν οι Πράσινοι κυβερνητικά καθήκοντα, ενώ τώρα πια θεωρούν αυτονόητο να συζητούν μαζί τους για κυβερνητική συνεργασία, και αντιλαμβάνονται ως απολύτως «κανονικό» το ότι κυβερνάει ένας Πράσινος το κρατίδιο της Βάδης-Βιρτεμβέργης. Αντίστοιχα, τώρα, οι συντηρητικοί προσπαθούν να πείσουν την κοινή γνώμη ότι η Θουριγγία θα καταστραφεί εάν γίνει πρωθυπουργός της ένας Αριστερός, ξεχνώντας ότι επί τουλάχιστον μία δεκαετία η Αριστερά συγκυβερνούσε στο Βερολίνο, ενώ συγκυβερνά ακόμη στο Βρανδεμβούργο χωρίς να έχει έρθει η συντέλεια του κόσμου.Η αυτοπεποίθηση της Αριστεράς...
Πράγματι, το κόμμα της Αριστεράς στα ανατολικογερμανικά ομόσπονδα κρατίδια είναι από καιρό ένα λαϊκό κόμμα εξουσίας, απόλυτα αποφασισμένο και ικανό να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες σε όλα τα επίπεδα. Το κάνει εδώ και χρόνια ως ο μικρότερος κυβερνητικός εταίρος, σε συνεργασία με το SPD, και είναι αυτονόητο ότι μπορεί να το κάνει και ως ο μεγαλύτερος. Επιπλέον, ακόμη και οι πιο σκληροί δεξιοί δεν αμφισβητούν τη... δημοκρατικότητα του Μπόντο Ράμελο, αριστερού συνδικαλιστή και πιστού καθολικού από τη Δύση, που μετακόμισε στη Θουριγγία και εντάχθηκε στο κόμμα της Αριστεράς μετά την ενοποίηση, και που ουδέποτε είχε συνεργαστεί με τη STASI ή γενικότερα με το καθεστώς της DDR. Σε αντίθεση με πολλούς εν ενεργεία πολιτικούς του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, οι οποίοι ως μέλη του μπλοκ του SED (του ενιαίου κυβερνητικού κόμματος της DDR) και αξιώματα είχαν στην Ανατολική Γερμανία, και επαφές με τη STASI, χωρίς αυτό να τους εμποδίσει να κάνουν πολιτική καριέρα ως συντηρητικοί στην ενωμένη Γερμανία....και η αυτοκάθαρση
Γι' αυτό και αυτή η συζήτηση που πυροδότησε ο Γκάουκ έχει τη στυφή μυρωδιά της υποκρισίας, όπως άλλωστε και οι «δηλώσεις νομιμοφροσύνης» που ζητούν οι συντηρητικοί από τις οργανώσεις της Αριστεράς, να πουν δηλαδή ότι το καθεστώς της Ανατολικής Γερμανίας «δεν ήταν κράτος δικαίου».Και πάλι η παρέμβαση του Λαφοντέν σ' αυτή τη συζήτηση ήταν τις προάλλες αποστομωτική: «Εάν κάτι έμαθα από τον Ρίχαρντ φον Βάιτσεκερ [σ.σ.: έναν προηγούμενο πρόεδρο της Δημοκρατίας, χριστιανοδημοκράτη και πολύ πετυχημένο]», είπε, «είναι ότι η δημοκρατία πρέπει να δίνει την ευκαιρία σε όλους να συμμετέχουν, διδάσκοντάς τους να τηρούν τους κανόνες της». Ο Λαφοντέν υπενθύμισε ότι το κόμμα της Αριστεράς κατέβαλε τεράστιες προσπάθειες για αυτοκάθαρση και για να αποστασιοποιηθεί από το ανελεύθερο παρελθόν της DDR, σε μεγάλο βαθμό επιτυχώς, ενώ υποστήριξε ότι πλήττεται τώρα επειδή επιμένει να δίνει τη μάχη για την κοινωνική δικαιοσύνη, σε μια Γερμανία όπου στο πολιτικό σύστημα επικρατεί η ασφυκτική συναίνεση στη συνταγή Μέρκελ.
Αυτός όμως που πλήττεται στ' αλήθεια από την "μπαταριά" του Γκάουκ είναι το SPD και το δειλό άνοιγμά του προς τα αριστερά. Για όσο διάστημα οι συρρικνωμένοι σοσιαλδημοκράτες, που δυσκολεύονται να ξεκολλήσουν από το 25%, αρνούνται να συζητήσουν το ενδεχόμενο κυβερνητικής συνεργασίας με την Αριστερά σε ομοσπονδιακό επίπεδο, είναι καταδικασμένοι να στηρίζουν ως μικροί εταίροι τη Δεξιά της Μέρκελ. Εάν σπάσουν το ταμπού -και η Θουριγγία μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης σε αυτό, εφόσον το πείραμα Ράμελο πετύχει-, τότε ανοίγει και πάλι το πολιτικό παιχνίδι στη Γερμανία.
Η ΑΥΓΗ
911/2015
No comments:
Post a Comment